Η έρευνα έγινε από την υπηρεσία μας, τους μήνες Οκτώβριο και Νοέμβριο της σχολικής χρονιάς 2005-6 σε όλα τα σχολεία.
Σκοπός της έρευνας ήταν η ανίχνευση αλλά και η καταγραφή των μαθητών που παρουσιάζουν Ειδικές Εκπαιδευτικές Ανάγκες (Ε.Ε.Α.) στα Δημόσια και Ιδιωτικά σχολεία των Τρικάλων σε όλες της Βαθμίδες της Εκπαίδευσης (Προσχολική, Δημοτική, Δευτεροβάθμια). Βέβαια πέρα από την καταγραφή των μαθητών ο σκοπός της έρευνας επεκτείνεται και στην ευαισθητοποίηση των εκπαιδευτικών σε θέματα εντόπισης και συνεργασίας με όλους τους εμπλεκόμενους, και με απώτερο σκοπό την προσαρμογή των διδακτικών ενεργειών στις ανάγκες του μαθητή. Έγινε μια συστηματική προσπάθεια να αποδοθεί μια συνολική εικόνα για το πόσοι μαθητές και με τι είδους δυσκολίες βρίσκονται στα θρανία για την εκπαίδευσή τους συμβάλλοντας έτσι στο αίτημα των σημερινών καιρών για ποιοτικά αναβαθμισμένη εκπαίδευση αλλά και για δημιουργία ίσων ευκαιριών μάθησης για όλους τους μαθητές.
Η εμπλοκή μας στην ερευνητική εργασία μας πρόσφερε δημιουργικές εμπειρίες και συνέβαλλε στη δημιουργία θετικότερων στάσεων σχετικά με την αντιμετώπιση όλων των περιπτώσεων των παιδιών που παρουσιάζουν Ειδικές Εκπαιδευτικές Ανάγκες.
Ευχαριστούμε τους Διευθυντές και το διδακτικό προσωπικό των σχολικών μονάδων και όλους όσους συνεργάστηκαν μαζί μας.
Αναμφισβήτητα στις σχολικές τάξεις υπάρχουν μαθητές με Ειδικές Εκπαιδευτικές ανάγκες αλλά επίσημα ποτέ δεν είχαμε ποσοστά καταγραφής αυτών των παιδιών σε επίπεδο Νομού. Η επίσημη διάγνωση του μαθητή από πολυεπιστημονική ομάδα (Κ.Δ.Α.Υ., Κέντρο Ψυχικής Υγείας) δίνει την ευκαιρία για την καταλληλότερη αντιμετώπιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας με όλα τα υποστηρικτικά μέτρα που απαιτούνται.
Τα αποτελέσματα της έρευνας θα έχουν πολλαπλές εφαρμογές στο εκπαιδευτικό σύστημα αφού θα διαφανούν οι προϋποθέσεις για τη σωστή στήριξη των μαθητών. Οι διαγνωσμένες περιπτώσεις των μαθητών στηρίζονται συστηματικά από τους εκπαιδευτικούς των τάξεων ή τους εκπαιδευτικούς των τμημάτων ένταξης στα σχολεία που λειτουργούν τα τμήματα αυτά. Οι περιπτώσεις των μαθητών που ανιχνεύτηκαν σύμφωνα με την εκτίμηση του διδακτικού προσωπικού, μπορούν με τη βοήθεια των γονιών να παραπέμπονται για περαιτέρω διάγνωση – αξιολόγηση στα Κ.Δ.Α.Υ. του
ΥΠ.Ε.Π.Θ. ή στα Κ.Ψ.Υ. του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας. Οι περιπτώσεις μαθητών με μαθησιακές δυσκολίες δεν καταγράφηκαν αφού πέρα από τον εντοπισμό τους απαιτείται και αξιολόγηση του νοητικού τους δυναμικού.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στο σύνολο των 317 σχολικών μονάδων(Δημόσιων και Ιδιωτικών) του Νομού (Νηπιαγωγεία, Δημοτικά, Γυμνάσια, Λύκεια, ΤΕΕ, ΕΕΕΕΚ)
Το ερωτηματολόγιο ήταν το μόνο μέσο συλλογής δεδομένων όπου οι διευθυντές σε συνεργασία με το λοιπό διδακτικό προσωπικό του σχολείου σημείωναν στο προκαθορισμένο έντυπο, όχι μόνο τις επίσημα διαγνωσμένες περιπτώσεις μαθητών, αλλά και τις περιπτώσεις εκείνες, που κατά την εκτίμηση του διδακτικού προσωπικού, κατατάσσονταν σε μια από τις κατηγορίες των μαθητών με Ειδικές Εκπαιδευτικές Ανάγκες.
Η στατιστική ανάλυση έγινε σε PC της υπηρεσίας μας με τη βοήθεια του λογισμικού Office- Excel.
Το ερωτηματολόγιο έπρεπε να συμπληρωθεί με ευθύνη των διευθυντών των σχολικών μονάδων, μόνο σε θετική περίπτωση και με την καταληκτική ημερομηνία αποστολής στο Κ.Δ.Α.Υ. την 11η Νοεμβρίου 2005.
Ελάχιστες σχολικές μονάδες δεν απάντησαν, ακόμη κι αν υπήρχε διαγνωσμένη περίπτωση μαθητή, γεγονός όμως που δεν επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τα ποσοστά καταγραφής.
Ως ανεξάρτητες μεταβλητές στην έρευνα εξετάζονται το σύνολο των σχολικών μονάδων του νομού, οι σχολικές μονάδες που απάντησαν, το σύνολο των μαθητών του νομού και το σύνολο των μαθητών των σχολείων που απάντησαν στο ερωτηματολόγιο.
Ως εξαρτημένες μεταβλητές εξετάζονται τα επιμέρους σύνολα των διαγνωσμένων και μη περιπτώσεων των μαθητών που καταγράφονται στις διάφορες βαθμίδες της εκπαίδευσης (Προσχολική, Σχολική, Δευτεροβάθμια)
Ο αριθμός των σχολείων που απάντησαν ήταν 10 Νηπιαγωγεία, 31 Δημοτικά, 5 Γυμνάσια και 5 Λύκεια-Τ.Ε.Ε., Ε.Ε.Ε.Ε.Κ.
Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν πως γενικά οι εκπαιδευτικοί ήταν επιφυλακτικοί στο να δηλώσουν μαθητές με ήπια ή μέτρια χαρακτηριστικά δυσκολιών ενώ οι μαθητές με προβλήματα συμπεριφοράς δεν καταγράφηκαν.
Η Διακριτική αντιμετώπιση των μαθητών αυτών θα μεγιστοποιήσει τις ευκαιρίες μάθησης και προφανώς θα ελαχιστοποιήσει το πρόβλημά τους.
Στον συνολικό αριθμό μαθητών του νομού καταγράφηκαν 178 περιπτώσεις μαθητών που παρουσιάζουν Ειδικές Εκπαιδευτικές Ανάγκες ενώ οι μαθητές με ιδιαίτερες μαθησιακές δυσκολίες δεν καταγράφηκαν. Το ποσοστό αυτό στο μαθητικό πληθυσμό γενικής εκπαίδευσης του νομού (4-18 ετών) ανέρχεται στο 1%. Περιλαμβάνει μόνο οι μαθητές που έχουν, σύμφωνα με το Νόμο 2817/2000, σημαντική δυσκολία μάθησης και προσαρμογής εξαιτίας σωματικών, διανοητικών, ψυχολογικών, συναισθηματικών και κοινωνικών ιδιαιτεροτήτων. Το ποσοστό αυτό είναι υψηλό στα Δημοτικά (1.6%) αφού εκεί υπάρχουν περισσότερες δομές εκπαίδευσης ειδικής αγωγής (Ειδικά Δημοτικά Σχολεία, Τμήματα Ένταξης, παράλληλη στήριξη).
Το ποσοστό στα Γυμνάσια είναι 0,6% ενώ στα Λύκεια και ΤΕΕ το ποσοστό μειώνεται στο 0,3%. Διαφαίνεται δηλαδή μια μείωση του ποσοστού όσο προχωρούμε από το Δημοτικό στο Λύκειο. Αυτό είναι λογικό αφού πολλοί μαθητές με Ε.Ε.Α. εγκαταλείπουν το Γυμνάσιο κυρίως λόγω αδυναμίας αφομοίωσης της διδαχθείσας ύλης ενώ κάποιοι άλλοι μαθητές στρέφονται σε άλλες μορφές εκπαίδευσης, προκειμένου να εξασφαλίσουν την επαγγελματική τους κατάρτιση.
Στη Δημοτική και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση ο αριθμός των μαθητών με Ε.Ε.Α. που συνοδεύονται από γνωματεύσεις είναι λιγότερος από τον αριθμό των μαθητών χωρίς την επίσημη διάγνωση. Στα Νηπιαγωγεία, ο αριθμός των επίσημα διαγνωσμένων περιπτώσεων των μαθητών είναι μεγαλύτερος από τον αριθμό των ανεπίσημα διαγνωσμένων (με εκτίμηση του διδακτικού προσωπικού). Αυτό μας κάνει να σκεφτούμε πως στην ευαίσθητη ηλικία των 4-6 ετών, οι κατά εκτίμηση διαγνώσεις από το εκπαιδευτικό προσωπικό του σχολείου είναι επικίνδυνες, αφού εμπεριέχουν ένα μεγάλο ποσοστό, για λάθος εκτίμηση των δυσκολιών των μαθητών.
Η έρευνα αυτή επιβεβαιώνει τα αποτελέσματα άλλων ερευνών στον ελλαδικό αλλά και παγκόσμιο χώρο όπου τα ποσοστά κυμαίνονται στο 1%-2% στο σύνολο του μαθητικού πληθυσμού.
(Περίληψη. Δημοσιεύθηκε στον τοπικό τύπο τον στις 26 Νοεμβρίου 2005)
|